[Verse 1]
Στα μαύρα μεροκάματα οι χορτάτοι βαράν ταμπούρλα
Να χορεύουν ετοιμόγεννες με την κοιλιά τους τούρλα
Πρόσφυγες μετανάστες που δεν τους καλύπτουν τούβλα και σκεπές
Τα παιδιά τους στα γενέθλια δεν κόβουνε τούρτα
Οι άστεγοι μέσα σε χαρτοκούτια
Οι απεγνωσμένοι μπιέλα βαράνε ή στη φλέβα σούτια
Στη Γερανίου τα κορίτσια με τα μαύρα μπούτια
Αφού έκανε το βιασμό εμπόριο η μούγκα
Ποιος πολιτισμός ρε βλάκες; ζούμε μες στη ζούγκλα
Και το πιθανότερο είναι να μας δεις μέσα στη μπούκα
Γιατί έξω μπορεί και να βρεθείς με σπασμένα τα μούτρα
Στους πεινασμένους δε παίζουνε σου ‘πα, μου ‘πα
Και έλα πες πως η βία δεν είναι λύση
Ο άλλος δεν έχει να φάει και το παιδί του να κοιμήσει
Τα ψυχιατρεία έχουν γεμίσει
Και χτίζουν κι άλλες φυλακές
Με σένα κι εμένα για χτίστη
[Chorus]
Γυναίκες και παιδιά πάλι γυρεύανε
Άντρες διαφορετικούς από τους άντρες
Επιδερμίδες που τον ήλιο αντέχανε
Κι όσους αντιμιλούσανε τους είπανε αντάρτες
Όσες δεν πιστέψαν στον Θεό τους
Και όσους άκουσαν φωνές μες στο μυαλό τους
Και φοράγανε κουκούλα όταν τους δείχνανε
Να μην στοιχειώσει ο θάνατος το πρόσωπό τους
[Verse 2]
Ψάχνω να πλάσω την εικόνα
Ανοίγω μάτια, όμως, τίποτα ακόμα
Ένα αλουμίνιο πατημένο αντί για μπάλα στο χώμα
Και οι φωνές της γιαγιάς που κόβαν τον αγώνα
Παππούδες ξεδοντιάρηδες μες στα καφενεία
Μαρτυρούν πως εξελίσσεται αυτή η κοινωνία
Τα σημάδια δε φύγαν ευτυχώς για να θυμόμαστε
Ποιους πρέπει να μισούμε και με ποιους να αγκαλιαζόμαστε
Εργαζόμαστε και ο ιδρώτας μας είναι κόκκινος
Μαχόμαστε για τα αναγκαία έτσι δεν είναι ο πόλεμος;
Τι λες; σε βλέπω καταφατικά να γνέφεις
Και το βουνό θα τ΄ ανεβούμε μαζί, πέφτω όταν πέφτεις
Η μουσική μου είναι δύναμη λέει ο Σαπούνης
Και παίρνω δέκα χρόνια κουράγιο ακόμα
Ο Μάκης και ο Μπέμπε μου δείχνουν πως όσο και αν πάω
Στον Αργύρη, στο Χοσβλά και στον Κιστά πάντα γυρνάω