Thanasis Papakonstantinou
Thanasis Papakonstantinou
Thanasis Papakonstantinou
Thanasis Papakonstantinou
Thanasis Papakonstantinou
Thanasis Papakonstantinou
Thanasis Papakonstantinou
Thanasis Papakonstantinou
Thanasis Papakonstantinou
Thanasis Papakonstantinou
Thanasis Papakonstantinou
Thanasis Papakonstantinou
Στην έξαρσή του ο ποιητής μας δείχνει τη στιγμή
Στον ήλιο της απόγνωσης, ακίνητη σαν σαύρα
Ρίξε το βλέμμα πάνω της – δες το σαν προσταγή-
Και νιώσε τα σπαράγματα και τη στυφή τους αύρα
Ο Ρίλκε είναι μεγάλος
Με στόμα που γελά
Όταν ο θάνατος θαρρεί
Πως ξεχειλίζει από ζωή
Τολμά να κλάψει, ο ποιητής
Στο κέντρο της καρδιάς του!*
Οι κόγχες μας δανείζονται τα μάτια αλλονών
Οι λέξεις μας μυρίζουνε χαμό και χαμομήλι
Λιώνουν τα ακροκέραμα στα σπίτια των τρελών
Του κόσμου το παιχνίδισμα, πόρτα είναι που τρίζει
Ο Ρίλκε είναι μεγάλος
Με στόμα που γελά
Όταν ο θάνατος θαρρεί
Πως ξεχειλίζει από ζωή
Τολμά να κλάψει, ο ποιητής
Στο κέντρο της καρδιάς του!
Αρχίζουνε το βέλασμα οι ψάλτες και τ’ «αμήν»
Παίρνουν και τ’ αναλόγια μόνα τους να γυρνάνε
Του ανθρώπου παρακάμπτεται η ατέλεια «προς στιγμήν»
Τώρα νυχτώνει απότομα κι οι γρύλοι τραγουδάνε:
«Ο Ρίλκε είναι μεγάλος
Με στόμα που γελά
Όταν ο θάνατος θαρρεί
Πως ξεχειλίζει από ζωή
Τολμά να κλάψει, ο ποιητής
Στο κέντρο της καρδιάς του!»